Ποινική μεταρρύθμιση (;)
Των Άλκη Ν. Δερβιτσιώτη και Στυλιανού-Ιωάννη Γ. Κουτνατζή*
Το παρόν άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από τον ιστότοπο www.liberal.gr (Σάββατο 06 Ιουλίου 2019, 00:03)
Λίγες μέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές, η νομική επικαιρότητα κυριαρχείται από τη θέση σε ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα και του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και τις συνέπειές της. Το ζήτημα έχει διαδικαστικές και ουσιαστικές διαστάσεις που συνδέονται όμως άρρηκτα μεταξύ τους. Ειδικότερα:
Μετά από μακροχρόνια επεξεργασία των δύο νομοθετημάτων, επελέγη τις τελευταίες εβδομάδες ένα ταχύρρυθμο χρονοδιάγραμμα ψήφισης και θέσης τους σε ισχύ. Η κοινοβουλευτική διαδικασία προχώρησε εσπευσμένα και χωρίς τη συμμετοχή του μεγαλύτερου μέρους της αντιπολίτευσης, προκειμένου να προλάβει την προαναγγελθείσα διάλυση της Βουλής ενόψει των βουλευτικών εκλογών της 7ης Ιουλίου 2019. Οι ατέλειες που διαπιστώθηκαν εκ των υστέρων κατέστησαν αναγκαία την κατεπείγουσα προώθηση, με πράξη νομοθετικού περιεχομένου, σειράς τροποποιήσεων των δύο Κωδίκων, με επίκληση της ανάγκης «εύρυθμης» εφαρμογής τους.
Με την ίδια πράξη νομοθετικού περιεχομένου και ενόψει προφανώς της εφαρμογής των νέων Κωδίκων, θεσπίσθηκαν αυξήσεις των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης. Εσπευσμένη ήταν όμως και η θέση σε ισχύ των νέων Κωδίκων ήδη από την 1η Ιουλίου, με αποτέλεσμα να μεσολαβεί προδήλως ανεπαρκής χρόνος μεταξύ της ψήφισης και της εφαρμογής των δύο κομβικών νομοθετημάτων.
Ωστόσο, η άμεση θέση σε ισχύ της νέας νομοθεσίας δικαιολογεί επιφυλάξεις ως προς το αν υφίστανται ήδη οι αναγκαίες υποδομές που θα επιτρέψουν την αποτελεσματική εφαρμογή καινοτομιών που συνιστούν άλλωστε ριζικές αλλαγές στο σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα μας.
Είναι έτσι εξαιρετικά αμφίβολο, αν έχει γίνει η απαραίτητη προετοιμασία, προκειμένου να είναι δυνατή, για παράδειγμα, η εκτέλεση της κοινωφελούς εργασίας σε δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ως κύριας ποινής. Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών παραπέμπει περισσότερο σε μια προσπάθεια κατευνασμού των αντιδράσεων των δικαστικών ενώσεων παρά στην υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την εφαρμογή της νέας ποινικής νομοθεσίας.
Η βιασύνη όμως αυτή είχε και μια περαιτέρω αρνητική συνέπεια, καθώς δυσχέρανε τη νηφάλια και διαφοροποιημένη αντιμετώπιση των δύο νέων Κωδίκων. Πράγματι, με το νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας φαίνεται να καταβάλλεται μια σοβαρή προσπάθεια υιοθέτησης στην ελληνική έννομη τάξη διαδικαστικών καινοτομιών που έχουν δοκιμασθεί με επιτυχία σε άλλες έννομες τάξεις, όπως η ποινική συνδιαλλαγή, η ποινική διαπραγμάτευση, η ποινική διαταγή και η αποχή από την ποινική δίωξη, στο πλαίσιο μιας αναμόρφωσης του ρόλου της εισαγγελικής αρχής.
Από την άλλη πλευρά, ο νέος Ποινικός Κώδικας, διακρίνεται από μια μονόπλευρη και όχι πάντοτε τεκμηριωμένη έμφαση στην επιεικέστερη διαμόρφωση της ποινικής νομοθεσίας, τόσο ως προς την περιγραφή των αξιοποίνων πράξεων όσο και ως προς τις επιβαλλόμενες ποινές. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η συστηματική μετατροπή κακουργημάτων σε πλημμελήματα, όπως επίσης η σημαντική μείωση των προβλεπόμενων ορίων ποινών. Η αξίωση των πολιτών για την αποτροπή της κάθε μορφής βαριάς (αλλά και ελαφράς) εγκληματικότητας κινδυνεύει έτσι, σε ορισμένες περιπτώσεις, να καταστεί γράμμα κενό.
Ο κοινός νομοθέτης υποχρεούται να λαμβάνει αρκούντως αποτελεσματικά μέτρα προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ιδίως αυτών στη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα, την ιδιοκτησία. Αν δεν το πράξει, παραβιάζει το Σύνταγμα. Αρκεί να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας ότι οι συνταγματικές διατάξεις προστατεύουν την ανθρώπινη ζωή απολύτως. Μήπως με τις νέες νομοθετικές διατάξεις η συνταγματική κατοχύρωση της προστασίας της ζωής σχετικοποιείται περαιτέρω;
Η εξαγγελλόμενη μείωση των ποινών δεν φιλελευθεροποιεί την ποινική νομοθεσία, αλλά υπό προϋποθέσεις δυσχεραίνει την επίτευξη της αναγκαίας ασφάλειας δικαίου, αλλά και την τήρηση των θεμελιωδών αρχών του ποινικού δικαίου που απολαμβάνουν συνταγματικής κατοχύρωσης (nullum crimen nulla poena sine lege certa). Ιδιαιτέρως σημαντική είναι περαιτέρω η περιορισμένη δυνατότητα διόρθωσης ενδεχόμενων λαθών που αναγνωρίζεται στον ποινικό νομοθέτη:
Στη βάση τόσο του Συντάγματος όσο και του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου των θεμελιωδών δικαιωμάτων, επιβάλλεται η εφαρμογή της επιεικέστερης ποινικής διάταξης που έχει ισχύσει μεταξύ της τέλεσης της αξιόποινης πράξης και της εκδίκασης της υπόθεσης. Και στο στάδιο της εκτέλεσης των ποινών, όμως, ο νέος Ποινικός Κώδικας φαίνεται να διανοίγει επιπρόσθετες δυνατότητες υπό όρους αποφυλάκισης, των οποίων τόσο η σκοπιμότητα όσο και η συμβατότητα με την αξίωση παροχής ασφάλειας είναι αμφίβολη.
Βέβαιο είναι πάντως ότι η πολιτική επιλογή ψήφισης των νέων Κωδίκων και άμεσης θέσης τους σε ισχύ, λίγο πριν από τις βουλευτικές εκλογές αδικεί τη σοβαρή νομοπαρασκευαστική προεργασία που είχε προηγηθεί, επί σειρά ετών, για την αναμόρφωση της ποινικής μας νομοθεσίας. Είναι δυνατόν, παράλληλα, να υπονομεύσει καινοτομίες που θα μπορούσαν, υπό διαφορετικές συνθήκες, να επιφέρουν ουσιαστικές βελτιώσεις στο σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα μας. Μια ακόμη μεταρρύθμιση κινδυνεύει να θυσιασθεί στις πολιτικές σκοπιμότητες της στιγμής.
* Ο κ. Άλκης Ν. Δερβιτσιώτης είναι Αν. Καθηγητής Νομικής Σχολής Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης και ο κ. Στυλιανός-Ιωάννης Γ. Κουτνατζής Λέκτορας στην ίδια Σχολή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου